Αρχική | Ενημέρωση | Εκδηλώσεις | Οι ρίζες και τα αίτια της ελληνικής κρίσης χρέους - Τί μπορεί να γίνει σήμερα;

Οι ρίζες και τα αίτια της ελληνικής κρίσης χρέους - Τί μπορεί να γίνει σήμερα;

Μέγεθος γραμμάτων: Decrease font Enlarge font
Οι ρίζες και τα αίτια της ελληνικής κρίσης χρέους - Τί μπορεί να γίνει σήμερα;

Άρθρο από το www.eurocapital.gr της 5/7/2011

Το παρακάτω κείμενο, αποτελεί περίληψη της παρουσίασης του κ. Γιάννη Σιάτρα, στο συνέδριο με θέμα “What Crisis and What End of Crisis?” το οποίο θα γίνει στα πλαίσια των συναντήσεων “Summer University for the New Economics”, μεταξύ 21 και 24 Αυγούστου, στο Aix-En-Provence της Γαλλίας.

Το πλήρες κείμενο και οι πίνακες που το συνοδεύουν, θα δημοσιευθεί μαζί με άλλες παρουσιάσεις που θα γίνουν στο Συνέδριο, στις αρχές Σεπτεμβρίου 2011.

Οι ρίζες και τα αίτια της ελληνικής κρίσης χρέους - Τί μπορεί να γίνει σήμερα;

Η μεταπολεμική ανάπτυξη που γνώρισε η Ελλάδα, επέτρεψε τη λειτουργία του Κράτους χωρίς ουσιώδη δημοσιονομικά ελλείμματα, την κανονική χρηματοδότηση της οικονομίας, αλλά και την εξυπηρέτηση του δανεισμού των παλαιότερων δεκαετιών.

Στα μέσα της δεκαετίας του 1970, το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ κυμαίνονταν κοντά στο 20,3% (1974), ποσοστό συνηθισμένο για ένα αναπτυσσόμενο ευρωπαϊκό Κράτος. Εξ’ αιτίας της οικονομικής κρίσης της περιόδου, έως τα τέλη της δεκαετίας του 1970, το χρέος αυξήθηκε στο 27,6% του ΑΕΠ, όμως κατά κύριο λόγο, παρέμενε εσωτερικό.

Το πρόβλημα της μεγέθυνσης του ελληνικού χρέους έχει τις ρίζες του στο 1974, χρονιά που κατέρρευσε η στρατιωτική χούντα και επανήλθε στη χώρα η Δημοκρατία. Ο ανταγωνισμός των πολιτικών κομμάτων για την εξουσία, οδήγησε σε ένα σύστημα πελατειακών σχέσεων μεταξύ κομμάτων και ψηφοφόρων, με υψηλότατο δημοσιονομικό κόστος, αλλά και μεταβολή πολλών πολιτικών κανόνων και  κοινωνικών θεσμών.

Από το 1974 ξεκίνησε μία άνευ προηγουμένων διεύρυνση του δημόσιου τομέα. Η οικονομία, η οποία ήδη από το 1973 βρίσκονταν σε μία στασιμοπληθωριστική ύφεση, δε μπόρεσε να υποστηρίξει τη διεύρυνση αυτή, με αποτέλεσμα την εμφάνιση διαρκών ελλειμμάτων και τη μεγέθυνση του δημόσιου χρέους, καθ’ όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του 1980.

Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, η χώρα βρέθηκε στα πρόθυρα της δημοσιονομικής κατάρρευσης. Το δημόσιο χρέος έφθανε στα 110,9% (1993) του ΑΕΠ και οι δαπάνες εξυπηρέτησής του στο 11,0% του ΑΕΠ.
Όμως, στο μεγαλύτερο μέρος του, το χρέος εξακολουθούσε να είναι εσωτερικό. Και συνεπώς, το πρόβλημα που αυτό δημιουργούσε, μπορούσε να συντηρηθεί και -σταδιακά- να ξεπεραστεί, μέσα από τον αυξημένο πληθωρισμό που προκαλούσε ο συνδυασμός υψηλών ελλειμμάτων και υψηλού χρέους.

Το 1998, όταν συμφωνήθηκε η είσοδος της Ελλάδας στην Ευρωζώνη, το δημόσιο χρέος έφθανε στο 115,3% το ΑΕΠ και διατηρήθηκε κοντά στα επίπεδα αυτά έως και το 2002.

Όμως, η διαρκής απώλεια της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας της χώρας και κυρίως, η συνεχής διεύρυνση του δημόσιου τομέα, συνέχιζαν να προκαλούν ελλείμματα τα οποία χρηματοδοτούνταν εύκολα από τις διεθνείς αγορές, σε πολύ χαμηλά επιτόκια.
Όταν από τα τέλη του 2006 δημιουργήθηκαν οι υποψίες ότι θα υπάρξει αντίδραση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και -κυρίως- των αγορών απέναντι στα υψηλότατα δημοσιονομικά ελλείμματα της χώρας, τότε μπήκε σε εφαρμογή η πρακτική της αλλοίωσης των στοιχείων που αποστέλλονταν στις υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Η απροσεξία των αγορών στο να επισημάνουν τη δυσμενή κατάσταση της Ελλάδας, η ανοχή των υπηρεσιών της Ευρωπαίκής Ένωσης απέναντι στις ελληνικές πρακτικές, η οικονομική κρίση των ετών 2008-2009 και κυρίως, η εγκληματική αμέλεια των Κυβερνήσεων της περιόδου, οι οποίες συνέχιζαν να παράγουν μεγάλα δημοσιονομικά ελλείμματα (και να τα αποκρύπτουν), οδήγησαν στην αποκάλυψη της πραγματικότητας γύρω από το ελληνικό έλλειμμα και το δημόσιο χρέος, στα τέλη του 2009. Όμως, την περίοδο εκείνη, οι διεθνείς αγορές, οι οποίες μόλις είχαν βγει από μία μεγάλη κρίση, ήταν ιδιαίτερα ευαίσθητες σε ζητήματα χρέους.

Οι κακοί χειρισμοί της νέας ελληνικής Κυβέρνησης και η αποτυχία της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αντιδράσει άμεσα και θετικά, στην πρώτη φάση του προβλήματος, οδήγησαν στην εκτροπή του και στις σημερινές του διαστάσεις.

Είναι υπεύθυνος ο ελληνικός λαός, ο τεμπέλης και ο κακομαθημένος (όπως επί 1,5 χρόνο αναφέρεται στο διεθνή τύπο) για τη σημερινή κατάσταση; Όχι βεβαίως. Kανείς δε δικαιούται να κατηγορεί έναν ολόκληρο λαό, παρά μόνον την ηγεσία του.

Ποιοί είναι οι υπεύθυνοι για τη δημιουργία, την εξέλιξη και τελικά την “έκρηξη” του ζητήματος του ελληνικού χρέους;

1) Οι ελληνικές κυβερνήσεις των τελευταίων δεκαετιών και το πολιτικό σύστημα γενικότερα, επειδή: εξέθρεψαν και αποδέχθηκαν ένα σύστημα πελατειακών σχέσεων στη διακυβέρνηση της χώρας, δεν έλαβαν μέτρα για την αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, καθιέρωσαν την πρακτική των υψηλών δημοσιονομικών ελλειμμάτων, ανέχθηκαν την παραβατικότητα και τη σπατάλη του δημοσίου χρήματος και υπέκρυψαν τα πραγματικά στοιχεία, όταν η βλάβη δεν ήταν ακόμη ανήκεστος. Ο παράγοντας αυτός, φέρει το μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης.

2) Μερικές ιστορικές “ιδιαιτερότητες” του Ελληνικού Κράτους: ανάγκη διατήρησης υψηλών αμυντικών δαπανών, μη εκσυγχρονισμένη λειτουργία της δημόσιας διοίκησης, αυξημένο κόστος δημιουργίας υποδομών για τη χώρα, εκτεταμένα σύνορα με μη κοινοτικές χώρες κατάσταση που οδηγεί σε αυξημένη εισροή προσφύγων.

3) Η Ευρωπαϊκή Ένωση, επειδή δημιούργησε ένα ατελές νομισματικό σύστημα, επειδή δεν υπήρξε αυστηρή (ή ακόμη και σοβαρή) στην εφαρμογή των κανόνων της, εναντίον των κρατών που τους παραβίαζαν, επειδή απέτυχε να αντιληφθεί τις ιδιαιτερότητες των κρατών που τη συνιστούν και δεν τις έλαβε υπ’ όψη της στην άσκηση της πολιτικής της και επειδή καθυστέρησε (και εξακολουθεί να καθυστερεί) δραματικά στην εξεύρεση και την εφαρμογή πραγματικών και βιώσιμων λύσεων. Ο παράγοντας αυτός φέρει σημαντικό μέρος της ευθύνης.

4) Η φυσιολογική και ιστορική εξέλιξη της διεθνούς οικονομίας: η απώλεια της ανταγωνιστικότητας των αναπτυγμένων χωρών σε σχέση με τις αναπτυσσόμενες και η διαρκής αύξηση του ειδικού βάρους των αναπτυσσόμενων χωρών στη διεθνή οικονομία. Η εξέλιξη αυτή, σε συνδυασμό με τα δραματικά επιδεινούμενα δημογραφικά στοιχεία των αναπτυγμένων χωρών, προκαλεί μία σειρά προβλημάτων τα οποία μοιραία μεταφέρονται στο σύνολο των χωρών αυτών. Και όπως συμβαίνει πάντα, πρώτα πέφτουν οι πλέον “αδύναμες” χώρες, ενώ η κρίση μεταφέρεται και στις άλλες. Αυτό συνιστά μία αναπόφευκτη ιστορική εξέλιξη, την οποία δύσκολα μπορούν να ανατρέψουν οι αναπτυγμένες χώρες.

Τί μπορεί να γίνει;

Η κρίση του ελληνικού χρέους θα πρέπει να επιλυθεί. Και καθ’ όσον η χώρα δε μπορεί ούτε καν να χρεοκοπήσει σύμφωνα με τις παλιές μεθόδους και πρακτικές χρεοκοπίας (αφού έτσι θα παρασύρει στη δύνη μία σειρά χωρών και ίσως όλη την Ευρωζώνη), θα πρέπει να βοηθηθεί ώστε οι εξελίξεις να είναι περισσότερο ομαλές, αλλά και δίκαιες. Και η βοήθεια θα πρέπει να επιμερίζεται: σε μείωση (διαγραφή μέρους) του χρέους της και ταυτόχρονη ταμειακή υποστήριξή της, αλλά και σε ενίσχυση των προσπαθειών ανάκαμψης της οικονομίας της, ώστε να μπορέσει σύντομα να σταθεί στις δικές της δυνάμεις.

Προσθέστε το: Post on Facebook Facebook Twitter Twitter